Πέμπτη 25 Αυγούστου 2016

ΕΠΙΚΟΝΔΥΛΙΤΙΔΑ (lateral epicondylitis)



Η επικονδυλίτιδα ή «αγκώνας τεννιστών» (tennis elbow) είναι το συχνότερο σύνδρομο υπέρχρησης.
Αν και ο όρος «επικονδυλίτιδα» δηλώνει φλεγμονή στον επικόνδυλο στην ουσία πρόκειται για τενοντοπάθεια των εκτεινόντων του καρπού.
Η μεγάλη συχνότητα εμφάνισης της νόσου στους ασχολούμενους με το τένις έδωσε το όνομα του αθλήματος σ΄ αυτήν παρότι συνήθως συμβαίνει σε ενασχολήσεις της καθημερινότητας ιδίως μετά από κινήσεις που απαιτούν επαναλαμβανόμενη έκταση του καρπού.


Η επικονδυλίτιδα αρχίζει συνήθως αθόρυβα, με πόνο στην έξω πλευρά του αγκώνα μετά από υπέρχρηση του άνω άκρου, ιδίως του χεριού.



Ο πόνος συνήθως εντοπίζεται 1-2 εκατοστά περιφερικώς της οστικής προεξοχής του επικονδύλου, μπορεί να επεκτείνεται σε όλη τη ραχιαία επιφάνεια του αντιβραχίου και να ακτινοβολεί και στην οπίσθια. Επιδεινώνεται με τις χειρωνακτικές δραστηριότητες και βελτιώνεται με την ανάπαυση. Τις περισσότερες φορές είναι ήπιος, όμως μπορεί να γίνει τόσο έντονος ώστε κάθε συλληπτική προσπάθεια του χεριού να φαντάζει αδύνατη. 




Η επικονδυλίτιδα συνήθως είναι το αποτέλεσμα της χρόνιας υπερχρησιμοποίησης των μυών του αντιβραχίου, ξαφνικής και έντονης σύσπασής τους, η άμεσης πλήξης στον έξω βραχιόνιο κόνδυλο. Συνήθως πάσχει ο βραχύς εκτείνων τον καρπό μυς, αλλά μπορεί να προσβληθούν επίσης ο μακρός εκτείνων, ο εκτείνων τα δάκτυλα και ο ωλένιος εκτείνων, οι μύες δηλαδή που εκφύονται από την επικονδύλιο απόφυση του βραχιονίου οστού και σταθεροποιούν τον καρπό κατά τη λειτουργία του χεριού ή εκτείνουν τον καρπό ώστε τα δάκτυλα να έχουν ικανοποιητικό δραγμό.




Όπως και στις άλλες περιπτώσεις τενοντίτιδων, οι τένοντες αποδυναμώνονται λόγω αθροιστικής καταπόνησης οπότε και δημιουργούνται μικροσκοπικές ρήξεις, συνήθως στο πιο αδύνατο σημείο τους, δηλαδή στην περιοχή πλησίον της πρόσφυσής τους στο οστούν.






Η επικονδυλίτιδα παρατηρείται πιο συχνά σε άτομα ηλικίας 40-50 ετών και τους καπνιστές. Οι πάσχοντες συνήθως περιγράφουν πόνο που παρουσιάζεται στην έκταση του καρπού υπό αντίσταση, με τον καρπό σε κερκιδική απόκλιση και το αντιβράχιο σε πρηνισμό, με την παλάμη δηλαδή στραμμένη προς το έδαφος, ενώ ο αγκώνας είναι τεντωμένος. Πολλές φορές ο πόνος αναδεικνύεται και με την έκταση του μέσου δακτύλου υπό αντίσταση.
  



ΔΙΑΦΟΡΙΚΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ
Η επικονδυλίτιδα που επιμένει παρά τη συντηρητική θεραπεία, μπορεί να μην είναι επικονδυλίτιδα και πρέπει να διαφοροδιαγνωστεί από άλλα αίτια επώδυνου αγκώνα όπως η Αυχενική ριζαλγία, το Σύνδρομο Θωρακικής Εξόδου, η Επιφυσίτιδα (Σύνδρομο Little League), η Εσω επικονδυλίτιδα, το Σύνδρομο υμενικής πτυχής (Plica), η Διαχωριστική οστεοχονδρίτιδα, η Αρθρίτιδα (π.χ. κρυσταλλική ή ρευματοειδής), το παγιδευτικό σύνδρομο περιφερικού νεύρου (κερκιδικού, ραχιαίου μεσόστεου, σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα). 




ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ
Η απλή ακτινογραφία συνήθως είναι αρνητική ευρημάτων. Είναι όμως απαραίτητη όταν υπάρχει διαταραχή στην κινητικότητα της άρθρωσης ή κριγμός για να αποκαλύψει τυχόν οστεόφυτα λόγω αρθρίτιδας ή ασβεστώσεις και είναι χρήσιμη σε επίμονες περιπτώσεις για τον αποκλεισμό σπάνιας οστικής ή αρθρικής παθολογίας (οστικές βλάβες, οστεοχονδρίτιδα, χονδρωμάτωση).
Η αξονική τομογραφία, η MRI και το σπινθηρογράφημα είναι χρήσιμα στον αποκλεισμό οστεονέκρωσης, κατάγματος κοπώσεως ή άλλης σπανιότερης παθολογίας.
Το υπερηχογράφημα μπορεί να αναδείξει την τενοντίτιδα, μερική ρήξη ή ασβεστώσεις ή να κατευθύνει στις θεραπευτικές επιλογές όπως πχ στην έγχυση αυτόλογων αιμοπεταλίων ή την διαδερμική επεμβατική.
Το ηλεκτρομυογράφημα είναι χρήσιμο στον αποκλεισμό παγιδευτικού νευρικού συνδρόμου, ιδίως στις περιπτώσεις που υπάρχουν παραισθησίες που συνοδεύουν τον πόνο όπως μουδιάσματα και καψίματα ή άλλα νευρολογικά σημεία όπως αδυναμία των εκτεινόντων μυών.
Μερικές φορές η ύφεση των συμπτωμάτων μετά από τοπική έγχυση αναισθητικού στην περιοχή της τενόντιας βλάβης επιβεβαιώνει τη διάγνωση.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Συνήθως η τενοντίτιδα υποχωρεί με περιορισμό των δραστηριοτήτων, διατάσεις, εφαρμογή κρύων επιθεμάτων και χρήση μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων τοπικά και συστηματικά από το στόμα. 

Η τοπική έγχυση κορτιζόνης και οι εγχύσεις αυτόλογου πλάσματος πλούσιων σε αιμοπετάλια (PRP) είναι αποτελεσματικά στις πιο δύσκολες περιπτώσεις.
Ορισμένοι συστήνουν τις ενέσεις Υαλουρονικού Οξέος ή βοτουλινικής τοξίνης (BTX, ΒΟΤΟΧ).




Οι ασκήσεις εύρους τροχιάς των αρθρώσεων του αγκώνα και του καρπού, οι διατάσεις των μυών του αντιβραχίου και οι έκκεντρες ασκήσεις ενδυνάμωσης, δηλαδή οι πλειομετρικές συσπάσεις όπου οι εκτείνοντες εργάζονται υπό αντίσταση ενώ αυξάνει το μήκος τους, είναι η βάση του προγράμματος αποκατάστασης που συνδυάζεται με διάφορα φυσικά μέσα και θεραπευτικές τεχνικές: υπέρηχο, αναλγητικά ρεύματα, laser, παραφινόλουτρα-δινόλουτρα, χειρομαλάξεις (μυοπεριτονιακή απελευθέρωση και τεχνικές εγκάρσιας τριβής), κινησιοπερίδεση (kinesio Taping), κινητοποίηση των αρθρώσεων (joint mobilisation) , χειρισμοί (manipulation), ξηρός βελονισμός (acupuncture), προλοθεραπεία, κρουστικός υπέρηχος (extra corporeal shock wave therapy-ECSWT).




Η ακινητοποίηση του αντιβραχίου σε ανάρτηση άνω άκρου, οι νάρθηκες έκτασης του καρπού και οι δέστρες του αγκώνα θεωρείται πως συμβάλλουν στη θεραπεία, γιατί ελαττώνουν την επιμήκυνση των μυοτενόντιων ινών και περιορίζουν τις δυνάμεις τάσης στους τένοντες των εκτεινόντων του καρπού, ελαττώνουν τον πόνο και βελτιώνουν την δύναμη δραγμού.




Οι ενδείξεις της χειρουργικής αντιμετώπισης είναι η αποτυχία της συντηρητικής αγωγής για χρονικό διάστημα πλέον των 6 μηνών, ο πόνος ηρεμίας, η εγκατάσταση δυσκαμψίας του αγκώνα και κυρίως η αναγκαστική αλλαγή των δραστηριοτήτων ή ακόμα και της εργασίας του ασθενή επί μακρόν.
Οι επεμβάσεις που γίνονται συνήθως είναι η επιμήκυνση, απελευθέρωση ή καθαρισμός-νεαροποίηση (debridement) της έκφυσης των εκτεινόντων στον έξω επικόνδυλο,  η διάνοιξη της περιτονίας,  η περιστροφή του αγκωνιαίου μυός,  η αφαίρεση τμήματος του έξω κονδύλου (επικονδυλεκτομή),  ή ο συνδυασμός τους.  




Συμπερασματικά, συνήθως με την κατάλληλη θεραπεία τα συμπτώματα της επικονδυλίτιδας βελτιώνονται σε μερικές εβδομάδες. Τις περισσότερες φορές η ανάπαυση, η εργονομική συμπεριφορά, τα αντιφλεγμονώδη φάρμακα, οι τοπικές εγχύσεις κορτιζόνης ή αυτόλογου πλάσματος πλούσιων σε αιμοπετάλια (PRP) και η φυσικοθεραπεία αρκούν.  
Μερικές φορές ωστόσο τα συμπτώματα μπορεί να επιμένουν για αρκετούς μήνες και τότε μπορεί να απαιτούνται πρόσθετα θεραπευτικά μέσα ή χειρουργική επέμβαση.
Εάν η επικονδυλίτιδα δεν αντιμετωπιστεί κατάλληλα μπορεί να χρονίσει και να επανέρχεται κατά εξάρσεις υποβαθμίζοντας την ποιότητα ζωής του ασθενή.

Προληπτικά, λοιπόν, ο καρπός πρέπει να διατηρείται σε ουδέτερη θέση, ενώ δεν πρέπει να επιμένουμε σε δραστηριότητες του χεριού κατά την εργασία, τα σπορ ή τα χόμπι που προκαλούν πόνο.
Διακόπτουμε και ξεκινάμε πιο προοδευτικά κι αν παρόλα αυτά ο πόνος επιμένει ή επανέρχεται δεν πρέπει να καθυστερούμε την επίσκεψη στο γιατρό μας.